Σε αυτό το άρθρο ο Philippe Marliere καθηγητής πολιτικών επιστημών στο College University του Λονδίνου, επανέρχεται στις πρόσφατες αντιπαραθέσεις σχετικά με το burkini στη Γαλλία, δείχνει το χάσμα που δημιούργησαν στο εσωτερικό της γαλλικής αριστεράς και διαψεύδει τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογηθούν οι ρατσιστικές και σεξιστικές επιθέσεις εναντίον των μουσουλμάνων γυναικών.
Είναι εικόνες ντροπής και ατίμωσης. Σε μια πρώτη φάση εμφανίστηκαν στον αγγλοσαξονικό τύπο και στη συνέχεια έκαναν το γύρο του κόσμου. Τέσσερις ένοπλοι δημοτικοί αστυνομικοί πλησιάζουν μια γυναίκα ξαπλωμένη σε μια παραλία στη Νίκαια. Τη διατάζουν να βγάλει ενα ρούχο που καλύπτει το πάνω μέρος του σώματός της. Kάτω από τα ξεκάθαρα επιδοκιμαστικά βλέμματα των γδυμένων παραθεριστών, η γυναίκα υπακούει. Οι αστυνομικοί εφαρμόζουν μια δημοτική απόφαση που απαγορεύει στις παραλίες το “burkini”, το ρούχο αυτό που καλύπτει το σύνολο του σώματος.
Η αντιπαράθεση που ξέσπασε από αυτές τις απαγορεύσεις σε διάφορα παραθαλάσσια θέρετρα δεν είναι ασήμαντη, διότι πήρε δικαστικές προεκτάσεις, με τις ήδη παρθείσες δημοτικές αποφάσεις να επικυρώνονται από τα δικαστήρια. Επιπλέον, χειροτέρεψε της ήδη έντονες τοπικές εντάσεις. Επίσης, δεν είναι καθόλου εύκολο να αγνοήσουμε την αναταραχή που δημιουργεί μια σημαντική διαχωριστική γραμμή στους κόλπους της γαλλικής αριστεράς.
Μία παράλογη κυρίαρχη άποψη
Στην αριστερά, η κυρίαρχη γνώμη υποστηρίζει ότι το burkini πρέπει να καταπολεμηθεί στο όνομα ενός φεμινισμού, διότι αυτό το ρούχο θα ήταν σε κάθε πιθανό σενάριο ένα δείγμα καταπίεσης της γυναίκας. Αυτό το επιχείρημα μου μοιάζει παράλογο. Θέλω να πω ότι μια προοδευτική άποψη δεν μπορεί να καταδικάσει την ελεύθερη επιλογή του να φοράει κανείς burkini (όπως και κάθε ρούχο ή θρησκευτικό σύμβολο), όποια κι αν είναι εντούτοις η προσωπική άποψη που μπορεί κανείς να έχει γι΄αυτό το ρούχο.
Εκτός από τον Manuel Valls, κανένας εκπρόσωπος από αυτούς που αυτοαποκαλούνται αριστεροί, δεν πήρε κατηγορηματικά θέση υπερ της απαγόρευσης του burkini. Το γράμμα, το πνεύμα και η νομολογία που σχετίζονται με το νόμο του 1905 είναι στην πραγματικότητα σαφείς : αυτός ο τελευταίος δεν επιβάλλει την θρησκευτική ουδετερότητα στους δημόσιους χώρους. Συνεπώς η απαγόρευση του burkini αποτελεί μια πράξη ενάντια στη laicité.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι οι απαγορευτικές θέσεις είναι λιγότερο συγκεκριμένες από πριν : το 2004, κατά τη ψήφιση του νόμου που απαγορεύει τα θρησκευτικα σύμβολα στα σχολεία (αυτός ο νόμος στοχοποιούσε κυρίως το χιτζαμπ), πρακτικά όλες οι συνιστώσες της αριστεράς είχαν εγκρίνει ενα ακόμη διαχωριστικό μέτρο και αντίθετο στη laicité. Αυτός ο νόμος αντιτίθετο στη laicité εφόσον οι μαθητές δεν ειναι πλέον προσηλωμένοι στη θρησκευτική ουδετερότητα.
Oι “χειραφετητές” της αριστεράς υποστήριξαν ένα νόμο ο οποίος στην πραγματικότητα στερεί την εκπαίδευση από τα νέα κορίτσια. Πρόκειται για μια σημαντική ασυνέπεια ανάμεσα στους φιλελεύθερους στόχους που προβάλλονται από τους οπαδούς της απαγόρευσης και τις πρακτικά βλαπτικές συνέπειες αυτού του νόμου για τα πρόσωπα που αφορά.
To burkini θα ήταν από τη μια πλευρά μία εκδήλωση σαλαφιστικής ή ουαχαμπιστικής υπεροχής στη (γαλλική) μουσουλμανική κοινότητα. Aυτή η κατηγορηματική δήλωση αντικρούεται από τους ειδικούς του ζητήματος. Ούτε το λεγόμενο ισλαμικό κράτος, ούτε οι Ταλιμπάν δεν θα ανεχόντουσαν την περιβολή του burkini γιατί αυτό επιτρέπει τη πρόσβαση σ’ενα δημόσιο χώρο όπου η ημι-γυμνία και η ποικιλομορφία είναι ο κανόνας. Στην πραγματικότητα το burkini είναι μια μοντέρνα προσαρμογή της ισλαμικής παράδοσης, με την έννοια ότι συμφιλιώνει τα θρησκευτικά διδάγματα και την ατομική αυτονομία. Το ρούχο αυτό επιτρέπει στις μουσουμλάνες να εκτεθούν σε μια παραλία και να κάνουν μπάνιο. Παρατηρούμε εντούτοις, ότι οι γυναίκες που φορούν το burkini είναι κυρίως νέες και ενταγμένες στη γαλλική κοινωνία. Το burkini, όπως και το hidjab, τοποθετεί κοντά μια διπλή αποδοχή ταυτότητας στο δημόσιο χώρο : Μουσουλμάνα και Γαλλίδα.
Οι πολέμιοι του burkini (ή του hidjab) δεν έχουν σταματήσει να παραπέμπουν σε πρακτικές στα θεοκρατικά ισλαμικά καθεστώτα : σε αυτές τις χώρες, λένε, οι γυναίκες αγωνίζονται για να έχουν το δικαίωμα να μην καλύπτονται δημόσια. Οι προοδευτικοί πρέπει σίγουρα να υποστηρίζουν τις γυναίκες που δεν θέλουν να καλύπτονται όταν το hidjab ή το burkini τους επιβάλλονται. Όμως εδώ δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε περιπτώσεις όπως το Ιράν ή η Σαουδικη Αραβία. Kάνουμε λόγο για γαλλικές πρακτικές, μέσα σ’ενα πλαίσιο όπου μια μεγάλη πλειοψηφία γυναικών κάνει αυτή την επιλογή με τρόπο αυτόνομο και ελεύθερο.
Η απειλή ενός αυταρχικού κράτους
Σε μια πλουραλιστική δημοκρατία, ο ρόλος των δημόσιων αρχών ειναι να επιβάλλουν στα άτομα το τρόπο με τον οποίο θα ντύνονται ή θα γδύνονται; O νομοθέτης είχε αισθανθεί τον κίνδυνο κατά τη διάρκεια της ψήφισης του νόμου που απαγόρευε τη μπούργκα το 2010 : αυτός δεν επιβλήθηκε σε μια βάση προσπάθειας επίτευξης της laicité αλλά για χάρη εκτιμήσεων σχετικών με τη δημόσια ασφάλεια και την ανάγκη ν’αποποιηθεί κανείς την ταυτότητά του.
Άτομα της αριστεράς φιλοδοξούν να χειραφετήσουν τις γυναίκες που φορούν μαντηλα, ενάντια στη θέλησή τους. Αυτή η πατερναλιστική συμπεριφορά με κάνει να ντρέπομαι. Πώς μέσα σε μια γαλλική πολυπολιτισμική κοινωνία, πολυομολογιακή και πολυεθνική μπορεί κανείς να σφετερίζεται ένα τέτοιο δικαίωμα απ’τα άλλα άτομα ; Είναι προφανές πως το σύνολο των επιλογών της ζωής μας δεν μπορεί να είναι εντελώς συνειδητό ή προοδευτικό κι ότι αυτό συχνά ανταποκρίνεται στο ντετερμινισμό της κοινωνικής δομής και σε άλλες προκαταλήψεις. Αλλά αν η αριστερά έπρεπε να έχει στόχο να βάλει στο σωστό δρόμο όλα τα άτομα που δεν ντύνονται σωστά, σκέφτονται λάθος ή κάνουν κακές επιλογές ζωής, θα έπρεπε εκ νέου να εκπαιδεύσει τη πλειοψηφία του πληθυσμού !
Ως εκ τούτου γιατί αυτή η εμμονή μιας ορισμένης αριστεράς να θέλει να ρυθμίσει τις “παρρεκλίνουσες” επιλογές των μουσουλμάνων γυναικών ; Bλέπω σε αυτό έναν ιστορικό λόγο και άλλη μια συγκυρία : από τη μια η γαλλική αριστερά φέρει την κληρονομιά ενος βαθέος αντικληρικισμού – ακομη κι ενός αντιθρησκευτικού συναισθήματος – που προέρχεται απο την περίοδο της διαμάχης ανάμεσα στη νεοσύστατη κοσμική δημοκρατία και μία Καθολική Εκκλησία με μεγάλη κοινωνική επιρροή. Ένα μαρξιστικό δόγμα επιτρέπει να δικαιολογηθεί ο αγώνας ενάντια στο ¨όπιο του λαού” : ο πιστός είναι κάποιος που έχει ψευδή συνείδηση και σκέφτεται λάθος. Πρέπει λοιπόν να τον κάνουμε να δει το φως, συμπεριλαμβανομένου και των μουσουλμάνων γυναικών που ωστόσο δεν ζητούν με κανέναν τρόπο να τις εκπαιδεύσει κάποιος εκ νέου.
To ότι η μαχητική αθέïα μπορεί και συνεχίζει να περνάει στις μέρες μας ως η καλύτερη λύση της προοδευτικής σκέψης στη Γαλλία είναι εκνευριστικό. Είναι σίγουρα μια μοναδική περίπτωση στο δυτικό κόσμο. Στη βόρεια και μεσογειακή Ευρώπη οι συμβιβασμοί ανάμεσα στη θρησκεία και τις αξίες της αριστεράς είναι συνηθισμένες και δεν προκαλούν καμία αντιπαράθεση.Tην περίοδο που έμενα στην Τοσκάνη θυμάμαι τη σπιτονοικοκυρά μου, μια παλιά κομμουνίστρια, θαυμάστρια του Togliatti, η οποία συνήθιζε να λέει για τους τίμιους και γεναιώδορους ανθρώπους “È un buon cristiano”(αυτός είναι καλός χριστιανός).
Ένας συγκυριακός παράγοντας θα έπρεπε επίσης να λαμβάνεται υπόψιν : η αριστερά στο σύνολό της δεν παύει να μετανιώνει το ότι η τρίτη και η τέταρτη γενιά όσων ήρθαν από το Μaghreb (Βόρεια Αφρική), και οι οποίοι έχουν προλεταριοποιηθεί στο σύνολό τους, δεν έχουν ενταχθεί, όπως οι Πολωνοί και οι Ιταλοί. Πρέπει να σημειώσουμε επ’ευκαρία, ότι το γαλλικό μοντέλο ένταξης, πάντοτε λειτουργούσε με τρόπο αυταρχικό και φοβικό. Ο Gérard Noiriel (1) είχε τονίσει αυτή την πλευρά σε μια πολύ σημαντική μελέτη για τη μετανάστευση στη Γαλλία. Στις αρχές του 20ου αιώνα ο “μπαρόκ καθολικισμός” των Πολωνών δεν άρεσε στους αυτόχθονες, οι Ιταλοί που ήταν “φημισμένοι ως κλέφτες” ήταν θύματα συμπλοκών και ο αντισημιτισμός εκδηλωνόταν με βίαιο τρόπο το 19ο και 20ό αιώνα. Αυτοί οι ευρωπαίοι μετανάστες εντάχθηκαν στο βωμό μιας προσαρμογής στις νόρμες της εθνικής ενότητας, κάτι το οποίο απαιτούσε την εγκατάλειψη της ταυτότητας της δικής τους χώρας καταγωγής (της γλώσσας και της κουλτούρας).
Η αντικληρικαλιστική αριστερά και το Ισλάμ
Στην πραγματικότητα, αυτή η αντικληρικαλιστική αριστερά δεν συγχωρεί πάντα στις νέες μουσουλμάνες να κυκλοφορούν με μαντήλα. Αυτό μοιάζει στα μάτια τους μια ανυπόφορη προδοσία. Aνάμεσα σε αυτήν την αριστερά και στις νέες μουσουλμάνες η έλλειψη κατανόησης είναι απόλυτη. Το γνωρίζουμε, τα κόμματα της αριστεράς – όποια κι αν είναι αυτά – ότι δεν μας αρέσει να προβάλλουμε δημόσια παρά μόνο μουσουλμάνες απόλυτα εκκοσμικευμένες, δηλαδή που δεν φορουν μαντήλα ή ακόμη και απόλυτα προσαρμοσμένες στο πρότυπο της δυτικής γυναίκας.
Στην πλειοψηφία τους στις υπόλοιπες ευρωπαικες χώρες, οι εκλεγμένοι τις αριστεράς φορουν μαντήλα κι αυτό δεν προξενεί κανένα πρόβλημα. Κι ακόμα κι αν υπάρχει κάποιος, το κόμμα με ενιαίο μέτωπο υπερασπίζεται τον εκλεγμένο απέναντι στο κοινό, στο όνομα της ισότητας και του πλουραλισμού. Στη Γαλλία, απο το LO (lutte ouvrière) ως το PS (partie socialiste), δρουν έτσι ώστε οι γυναίκες που φορούν μαντήλα να μην έχουν κανένα ρόλο κομματικό ή εκλογικό. Ως αντικείμενα διακρίσεων, αυτές οι μουσουλμάνες προφανώς κι απομονώνονται από τα κόμματα της αριστεράς. Yπάρχει ενα ακόμα ιδεολογικό αδιέξοδο που εξηγεί την παθολογική ακαμψία ενός μέρους της αριστεράς απέναντι στις μουσουλμάνες γυναίκες : η τάση να ερμηνεύει τον κόσμο μέσα απο ενα “δημοκρατικό” πλαίσιο αναφοράς. Πρέπει να προσδιορίσουμε εδώ, ότι μιλάμε για το γαλλικό ρεπουμπλικανισμό, διότι η δημοκρατική ιδέα προηγείται της Γαλλικής Επανάστασης και γνωρίζει ανά το κόσμο διαφορετικές ερμηνείες. Περιγράφω τη γαλλική ερμηνεια της “εθνικής κοινότητας” ή “κοινοτισμού της πλειοψηφίας”. Στην πραγματικότητα, από το 1789, η πρόσληψη της γαλλικής ιθαγένειας βασίζεται στην ιδέα του ότι ανήκουμε σε μια εθνική κοινότητα, της οποίας το κάθε άτομο οφείλει να υιοθετεί τις κυριαρχες νόρμες κάτω απο τον κίνδυνο να κατηγορηθεί ότι απειλεί το σύνολο της κοινωνικής κατασκευής.
Η γαλλική δημοκρατία, ένας εθνικός κοινοτισμός
Aυτό το ήθος ειναι ενσωματωμένο στην αρχή του “ενός και αδιαίρετου έθνους” ή ακόμα και στην καχυποψία απέναντι σε κάθε ενδιάμεσο στον/στην πολίτη και το Κράτος φορέα στον/στην πολίτη και το Κράτος. H ιακωβίνικη κουλτούρα περιφρονεί και καταπνίγει τις τοπικές διαλέκτους,τ ους ενδιάμεσους θεσμούς και οτιδήποτε ξεφεύγει από ένα “αστικό γαλλικό” πλαίσιο. Κατά συνέπεια, ο ξένος δεν μπορεί να ενταχθεί στο δημοκρατικό κοινοτιστικό πλαίσιο παρά μόνο αν υιοθετήσει τις γηγενείς συνήθειες κι έθιμα. Αυτό δεν είναι το νόημα της έκκλησης για μετριοπάθεια απο τον Jean-Pierre Chevènement (2) απέναντι στους μουσουλμάνους; Δεν είναι η ιδέα που προωθείται από το Jean-Luc Mélenchon (3) ο οποίος ερωτώμενος για την “ισλαμική μόδα” συγκρίνει το να φοράει κανείς hidjab με “παράξενα ήθη” όπως το να “βάζει κανείς ένα φτερό στο κεφάλι του” ; Δεν είναι η δήλωση του Manuel Valls που αποφαίνεται κατηγορηματικά ότι το burkini είναι ασυμβίβαστο με τις “αξίες μας”(δηλαδή τις κυρίαρχες αξιες του έθνους-κράτους) ;
Aυτός ο δημοκρατικός κοινοτισμός, ένας ψεύτικος οικουμενισμός στην πράξη, δεν είναι λοιπόν το κληροδότημα μιας εθνικιστικής ή ξενοφοβικής δεξιάς. Ερωτώμενος για την απαγόρευση του burkini o Jean-Luc Mélenchon, υποψήφιος του Μετώπου της Αριστερας στις προεδρικές εκλογές του 2012 πιστεύει οτι πρόκειται για μια “πολιτική προκληση” και μια “κοινοτίστικη εκμετάλλευση του γυναικείου σώματος”. Δεν υπήρξε καμία κριτική που έγινε σχετικά με τα λεγόμενα του Valls εκτός του ότι “ήταν λάθος να ξανασχοληθεί με το θέμα”. Συνοψίζοντας, μέσα στο δεσπόζον πνεύμα της ”Ανυπότακτης Γαλλίας”, οι μουσουλμάνες γυναίκες δεν έχουν καμια αυτονομία, καμία ελευθερία, κάνουν απλά κακές επιλογές. Η κριτική ενάντια στις γυναίκες για την εξωτερική τους εμφάνιση, τα ρούχα που φοράνε, το βάρος τους, αποτελούσε διαχρονικά μια απο τις πιο βάρβαρες εκφράσεις τoυ πατριαρχικού macho. Ένα κοινοτιστικό δημοκρατικό τόξο έχει λοιπόν διαμορφωθεί : περικλείει ένα κομμάτι της ριζοσπαστικής αριστεράς και της μετριοπαθούς αριστεράς, της δεξιάς και της ακροδεξιάς.To απότοκο αυτού του κοινοτισμού είναι η περιφρόνηση για τις ατομικές ελευθερίες και η απόρριψη της πολιτισμικής διαφοράς.
Στο εξωτερικό, αυτός ο ολιστικός τρόπος επιχειρηματολογίας κρίνεται ως ανελεύθερος και δεν αναλογεί σε πολιτισμικά ποικιλόμορφες κοινωνίες. Η γαλλική ελίτ έχει αυταπάτες όταν ισχυρίζεται ότι αυτό το “δημοκρατικό μοντέλο” προκαλεί το θαυμασμό των γειτόνων μας. Δεν ισχύει και τόσο : η ένταξη με το γαλλικό τρόπο είναι αντικείμενο της όλο και αυξανόμενης απόρριψης στο εξωτερικό. Το γεγονός ότι αγωνιστές της αριστεράς με μεγάλες δόσεις διεθνιστικής κουλτούρας και αυτοαποκαλούμενοι υπερασπιστές του πολιτισμικού φιλελευθερισμού, δεν αντιλαμβάνονται την αντιδραστική φύση αυτού του δημοκρατικού αυταρχισμού, δεν σταματά να με εκπλήσσει. Η ένταξη σύμφωνα με τη διαδικασία του δημοκρατικού κοινοτισμού δεν λύνει, λοιπόν, κανένα πρόβλημα συνύπαρξης ανάμεσα στους διαφορετικούς πολιτισμούς και τις διαφορετικές ομολογίες. Αντιθέτως, το μόνο που κάνει είναι να αναζωπυρώνει τις εντάσεις διότι είναι μια συνεχής πηγή αυθαίρετων αποφάσεων που είναι δημιουργοί ανισοτήτων ανάμεσα στα άτομα.
Οι υπερασπιστές του δημοκρατικού κοινοτισμού πρόκειται να μας πουν γιατί αυτές οι μουσουλμάνες γυναίκες θα προστάτευαν το σώμα τους απο τη θέα όλων ενώ οι εκκοσμικευμένες γυναίκες γδύνονται; Είμαι υπερ του γυμνού στις παραλίες, αλλά γιατί θα έπρεπε αυτή η προσωπική προτίμηση να επιβάλλεται σε όλο τον κόσμο; Σύμφωνα με την Αheda Zanetti, τη δημιουργό του burkini, το 35% με 45% των γυναικών που αγοράζουν τα burkini της δεν είναι μουσουλμάνες. Γιατι να μην εκλάβουμε οτι οι γυναίκες θέλουν να προστατευτούν από τις (βλαπτικές) συνεπειες του ήλιου ή θελουν να προστατευτουν απο τα ανυποφορα βλεμματα κάποιων αντρων;
O δημοκρατικός κοινοτισμός δεν εντάσσει με κακό τρόπο τους ξενους πληθυσμούς επειδή κηρύττει ενα αφηρημένο “να ζήσουμε μαζι” αλλα γιατι αποκλειει και ειναι άνισος στην πραξη. Αυτη η δημοκρατία γυριζει την πλατη στην οικουμενικη φιλοδοξια της επαναστασης του 1789 : αντιμετωπιζει οντολογικά το μουσουλμανικό πληθυσμό, τον παντοτε υποπτευόμενο ότι δεν προσχωρεί στους κανονες της “γαλλικης” ευπρεπειας και ζωης. Έτσι, η ιδεολογία αυτη δεν ειναι παρα μόνο μια κενή ρητορική : μια υπόσχεση ισότητας που ποτε δεν τηρήθηκε κι είναι όλο πιο αναξιόπιστη στα μάτια των πληθυσμών που προέρχονται απο μετανάστευση.
Μία ρατσιστική και σεξιστική επίθεση
Πώς γίνεται να μην καταλαβαίνει κανείς ότι η απαγόρευση του burkini στο δημόσιο χώρο (αύριο και του “hidjab”) είναι μια στοχευμένη επίθεση με ρατσιστικο-ισλαμοφοβικό και σεξιστικό χαρακτηρα; Oι δημοτικές αποφάσεις δεν είναι εντούτοις παρά ένα ελάχιστο μέρος του προβλήματος. O Eric Fassin (4) πολύ σωστά παρατηρεί ότι στη Γαλλία υπάρχει μια πολιτική του Κράτους η οποία διακρίνει κάποιες κατηγορίες πολιτών, που “εθνοποιούνται”, μέσα από πρακτικές της διοίκησης (εθνοφυλετικό προφίλ “Μαυρων” και “Αράβων”) και μέσω δημόσιων δηλώσεων του πολιτικού προσωπικού της δεξιάς αλλά επίσης και της αριστεράς. Σήμερα με τις δημοτικες ” αντι-burkini ” απαγορευσεις, περάσαμε στο στάδιο της ευθέως και ρητής διάκρισης εις βάρος ενός πληθυσμού.
Aυτή η τάση, που ειναι σοβαρή και ανησυχητική, θα επρεπε να προκαλέσει την σφοδρή αντίδραση όλων των συνιστωσών της αριστεράς. Eκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, σιωπά. Oι αρχηγοί φοβούνται να μπλεχτούν σε ένα “κοινωνικό” θέμα, ή ακομη και είναι τρομαγμένοι με την ιδεά να συνδεθούν με την αιτία που οι μουσουλμάνες φορούν μαντήλα. Σε αυτό προστίθεται και μια περιφρόνηση για τις ατομικές ελευθερίες, θεωρούμενες ως ένας δευτερεύον αγώνας σε σχέση με τα κοινωνικο-οικονομικά ζητήματα. Σαν να ήταν δυνατον να διαχωρίσουμε τις κυρίαρχες οικονομικές σχέσεις απο τις ρατσιστικές και σεξιστικές πολιτικές ! Ο Edwy Plenel πρόσφατα διατύπωσε μια γνώμη που θα έπρεπε να είναι προφανής για την αριστερά : “ η ελευθερία είναι αδιαιρετη ”. Ποιός/ά αρχηγός της αριστεράς επιδοκίμασε αυτή την αξία στην αντιπαράθεση για το burkini; Πού βρίσκεται η ισότητα μεταξύ πολιτών αν αυτή συνισταται στο να χορηγείς σε ορισμένους περισσότερη ελευθερία απ’ ότι σε αλλους;
Ένα μέρος της αριστεράς θα έπρεπε, λοιπόν, να επανεξετάσει τη δημοκρατικότητα και την κοσμικότητα, προκειμένου να προσανατολίσει τις αξίες της σ’ ένα σφαιρικό νόημα : ένα νόημα που προσλαμβάνει την ισότητα μεταξυ πολιτών ως ένα πολυσυλλεκτικό κι ανοιχτό χώρο κι όχι μέσα σ’ενα ολιστικό πλαίσιο. Θα έπρεπε να βγει από το πλαίσιο του δημοκρατικού κοινοτισμού για να εγκαθιδρύσει την αρχή μιας δημοκρατίας στην οποία θα επικρατεί η “ελευθερια ως μη κυριαρχια”: Ένα δημοκρατικο κράτος δίκαιο και ισόνομο είναι αυτό που περιορίζει την κυριαρχία του σε ό,τι ειναι αυθαίρετο και παρεμβατικό. Kάποιες βάσεις έχουν τεθεί απο γάλλους/γαλλίδες ερευνητές/ερευνήτριες. Υπάρχουν επίσης αντανακλαστικά κι επιτυχημένες εμπειρίες σε αυτόν τον τομέα στο εξωτερικό τις οποίες καλό θα ήταν να υιοθετήσουμε στη Γαλλία.
Το φεμινιστικό επιχείρημα για να δικαιολογηθεί, ή έστω, να γίνει “κατανοητή” η καταλληλότητα ρατσιστικών μέτρων επίσης δεν πείθει. Είναι μάταιο και μάλιστα επικίνδυνο να αντιλαμβανόμαστε το ζήτημα της χειραφέτησης των γυναικών μέσα απο τον εξαναγκασμό είτε δίνοντας τους μαθήματα ένδυσης. Η αριστερά θα έπρεπε περισσότερο να προσανατολίζεται στο να καταπολεμήσει τις πραγματικές ανισότητες μεταξύ αντρών και γυναικών : στις εργασιακές σχέσεις αλλά και στην ιδιωτική σφαίρα. Τα κόμματα και οι κυβερνήσεις της αριστεράς, τα οποία διοικούνται σε γενικές γραμμές απο λευκούς άνδρες ώριμης ηλικίας, δεν είναι και ιδιαίτερα μαχητικά ενάντια στις πιο βάρβαρες όψεις της πατριαρχικής κυριαρχιας : τί εχουν να πουν, για παράδειγμα, για τις ανισότητες στην κατανομή των οικιακών εργασιών ή στην εκπαίδευση του παιδιού μέσα σ’ένα ζευγάρι ; Θα υπήρχε επείγουσα ανάγκη να χειραφετηθούν οι γυναίκες οι οποίες είναι υπερ-εκμεταλλευόμενες σε αυτόν τον τομεα!
Η αριστερά που μάχεται ενάντια στο burkini και το hidjab θα έπρεπε να ανοιχτεί στον κόσμο έτσι όπως είναι : οφείλει να σταματήσει να καλλιεργεί μια ιδεολογική εσωστρέφεια η οποία απομονώνει. Αυτή η εσωστρεφής αριστερά καλά θα έκανε να θέσει σε αμφισβήτηση κάποιες ιδεολογικες της αγκυλώσεις.Και αυτο θα ηταν καλο γιατι δεν δινει στον ίδιο της τον εαυτο τα μέσα να ερμηνευσει τις κοινωνικες και διαδεδομένες πρακτικές με καταλληλότητα, γιατί η αριστερά αυτή δεν έχει πρακτικά καμία αξιοπιστία απέναντι στα θύματα ρατσιστικών και σεξιστικών πράξεων.
Το αρχικό κείμενο εδώ : http://www.contretemps.eu/gauche-entre-soi-burkini/
1. Gérard Noiriel : Γάλλος ιστορικός και κοινωνιολόγος,από τους σημαντικότερους μελετητές σε ζητήματα μετανάστευσης και εθνικής ταυτότητας. Η μελέτη του “Le creuset français : histoire de l’immigration XIXe-XXe siècles” είναι απο τις λεπτομερέστερες και σημαντικότερες μελέτες πάνω στη μετανάστευση στη Γαλλία τον 19ο και 20ό αιώνα.
2. Jean Pierre Chevenement : Γάλλος πολιτικός, ο οποίος εχει διατέλεσει Υπουργός Εσωτερικών.Αφού αποχώρησε απο το Σοσιαλιστικό Κόμμα,ίδρυσε τη δική του παράταξη με το ονομα “Δημοκρατικό κίνημα πολιτών”. Εχει καταφερθεί πολλές φορές ενάντια στους μουσουλμάνους και ανήκει στην λεγομενη “ευρωσκεπτικιστική αριστερά” της Γαλλίας, που υποστηρίζει τον αυστηρό διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας και την καταπολέμηση του “κοινοτισμού”.
3. Jean Luc Melenchon : Γάλλος πολιτικός και συνιδρυτής του “Κόμματος της Αριστερας”(PG). Οι αναφερόμενες δηλώσεις είναι μέρος συνέντευξης που έδωσε στις 3/04/2016 όπου έκανε έκκληση στους γάλλους πολίτες να μποικοτάρουν τις εταιρίες που δημιουργούν ενδύματα προσαρμοσμένα στον ισλαμικό τρόπο ζωής και μιμούνται ή αναπροσαρμόζουν τη μπούργκα και το χιτζάμπ.
RTL.fr, 3 avril 2016, http://www.rtl.fr/actu/politique/les-lecons-de-jean-luc-melenchon-sur-la-mode-islamique-et-le-voile-en-iran-7782664231
4. Eric Fassin: Γάλλος κοινωνιολόγος, ειδικός σε θέματα φύλου και μετανάστευσης στη Γαλλία.