Υπόθεση Academics for peace. Από το ψήφισμα…στη φυλακή. Το ένοχο εμπόριο μεταξύ ΕΕ – Τουρκίας

Ένα κείμενο του Ferhat Taylan,
διευθυντή στο πρόγραμμα του Διεθνούς Κολλεγίου Φιλοσοφίας
http://mouvements.info/de-la-petition-a-la-prison/

Carte-des-persécutions-au-8-mars-2016

Στις 15 Μαρτίου συλλαμβάνονται στην Κωνσταντινούπολη τρεις πανεπιστημιακοί που υπέγραψαν το ψήφισμα για την ειρήνη στην Τουρκία, ως ύποπτοι για « τρομοκρατική προπαγάνδα ». Η δίωξη αυτή πρόκειται για ένα ακόμη βήμα στο κυνήγι μαγισσών που έχει εξαπολύσει το τουρκικό κράτος ενάντια σε περισσότερους από 2000 πανεπιστημιακούς που υπερασπίζονται την ειρήνη με τους Κούρδους, καθώς οι επιχειρήσεις “αντι τρομόκρατικού περιεχομένου ” στην ανατολική Τουρκία, έχουν στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερα από 1000 άτομα από τον Ιούλιο του 2015. Δεν πρόκειται απλώς για μια ακόμη περίπτωση παραβίασης της ελευθερίας έκφρασης, αλλά για ένα νέο πολεμικό καθεστώς, όπου η τουρκική κοινωνία στο σύνολο της καλείται να διαλέξει στρατόπεδο κι αυτό, υπό το καλοπροαίρετο βλέμμα της Ευρωπαικής Ένωσης η οποία υπόσχεται δισεκατομμύρια Ευρώ στον Ερντογάν με αντάλλαγμα ο τελευταίος να κρατήσει τους Σύριους πρόσφυγες στο έδαφος του.

Η ΕΕ δηλώνει φανερά την στρατηγική της : δέχεται την εφαρμογή μιας δικτατορίας στα σύνορα της Ελλάδας αρκεί εκείνη να γίνει αποθήκη μεταναστών. Οι λαοί της Ευρώπης θα έπρεπε ν’αρνηθούν να είναι συνένοχοι ενός συστήματος τόσο τυφλού, στηρίζοντας τους καθηγητές-ερευνητές που κινδυνεύουν με πολυετείς φυλακίσεις. Διότι αυτό που διακυβεύεται εδώ και που ξεπερνάει τα σύνορα της Τουρκίας, είναι η ανεξέλεγκτη προέκταση της ποινικοποίησης ως “τρομοκρατικής”, της άρνησης του καθενός να συμμαχήσει με την πολεμική λογική της κυβέρνησης του. Στην διαστάυρωση αυτών των δύο πολιτικών σημασιών της εποχής μας,  του ‘“τρόμου” δηλαδή και της “μετανάστευσης”, η υπόθεση των “ πανεπιστημιακών υπέρ της ειρήνης” λαμβάνει σαφώς παγκόσμια διάσταση. Αυτό το άρθρο επιχειρεί, λοιπόν, να μιλήσει για το συγκείμενο και για το πως εκτιλύσσονται τα γεγονότα, πριν ν’ασχοληθεί με το προβληματικό παιχνίδι της ΕΕ, αλλά να αναδείξει επίσης, την δυνατότητα μιας κινητοποίησης των πολιτών των Ευρωπαικών κρατών, γύρω από συλλογικα εφχειρήματα,  όπως αυτό των Academics for Peace.

Ο πόλεμος ως εκλογική στρατηγική

Το γεγονός να υπαρασπίζεται κανείς την ελευθερία έκφρασης των πανεπιστημιακών στην Τουρκία φαίνεται ίσως ανήθικο τη στιγμή που από τον Ιούλιο του 2015, πάνω από 1000 άνθρωποι έχουν χάσει τις ζωές τους. Όμως οι “πανεπιστημιακοί υπέρ της ειρήνης” μάχονται ακριβώς κατά της αποσιώπησης τέτοιου είδους σφαγών καθώς και κατά της έμμεσης συνενοχής που αυτή συνεπάγεται κι είναι ένας απ’ τους λόγους για τους οποίους στοχοποιήθηκαν από τις αρχές. Έαν από τη μία πλευρά η πρωτοβουλία τους είναι μια συλλογική απάντηση απέναντι στην κλιμάκωση της βίας του Ερντογάν, από την άλλη πλευρά αποτελεί την έκφραση μιας αντίδρασης όχι βίαιης σ΄αυτήν την κατάσταση. Υπό αυτήν την έννοια, η πρωτοβουλία των πανεπιστημιακών αυτών δηλώνει όχι μόνο την επιθυμία να σπάσει αυτή η σιωπή μπροστά στη βία αλλά και την επιθυμία να βρεθεί μια νέα διάλεκτος, άλλη απο εκείνη της ένοπλης πάλης.

Στις εκλογές του Ιουνίου του 2015 το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP), κόμμα βγαλμένο από τον αγώνα των Κούρδων αλλά που συσπειρώνει παράλληλα μια πλου-ραλιστική αριστερά σε όλη την Τουρκία, κατέλαβε το 13 % των ψήφων και 80 βουλευτές. Το AKP, το κόμμα στην εξουσία έχασε έτσι την απόλυτη πλειοψηφία στην Τουρική Βουλή κάτι το οποίο δεν είχε συμβεί από το 2002. Ο Ερντογάν κάλεσε αμέσως δεύτερες εκλογές, οι οποίες  κηρύχτηκαν για την 1η Νοεμβρίου. Ύπο αυτές τις συνθήκες, τον Ιούλιο του 2015 έγινε η επίθεση στο Σούρουτς (Suruç), στα ανατολικά της χώρας. Μια επίθεση που στόχευσε νεαρούς σοσιαλιστές που βρέθηκαν εκεί για να βοηθήσουν στην  ανακατασκευή του Κομπανιού, μιας πόλης των Κούρδων που οι κουρδικές δυνάμεις έσωσαν από το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ). Αυτή η πρώτη επίθεση του ΙΚ σε τουρκικό έδαφος κατά των Κούρδων ή των συμμάχων τους άφησε 34 νεκρούς και πάνω από 100 τραυματίες. Αν και το Τουρκικό κράτος αναγνώρισε την ευθύνη του ΙΚ γι’ αυτήν την επίθεση, ο Ερντογαν πάτησε προκειμένου να κηρύξει τον “πόλεμο κατά του τρόμου” γενικά και να τερματίσει την περίοδο ειρήνης με τους Κούρδους, την οποία είχε ο ίδιος ξεκινήσει το 2009.

Η εκλογική στρατηγική του Ερντογάν είναι λοιπόν ξεκάθαρη : να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους του ενάντια στον “τρόμο”, περιθωριοποιώντας ταυτόχρονα το HDP που συγκεντρώνει τις αριστερές δυνάμεις αδιακρίτως μεταξύ Κούρδων και Τούρκων. Αυτή η στρατηγική μεταφράζεται στην πράξη με την επέμβαση στρατού και αστυνομίας σε μια σειρά από πόλεις όπου το κουρδικό κίνημα έχει παραδοσιακά ισχύ. Έτσι από τον Ιούλιο  του 2015 ξεκίνησε η απαγόρευση νυκτερινής κυκλοφορίας σε διάφορες πόλεις της νοτιο-ανατολικής Τουρκίας (Cizre, Silopi, Silvan, Sur à Diyarbakir κτλ.). Εκεί ο στρατός, ειδικές δυνάμεις αλλά και η παραστρατιωτική οργάνωση « esedullah » που πρόσκειται στο ΙΚ, βομβαρδίζουν τις γειτονιές, επιτίθενται με τανκς , καταλαμβάνουν σπίτια κτλ. Οι αγωνιστές του PKK αμύνονται και οι εικόνες από αυτές τις μάχες δύσκολα ξεχωρίζουν από αντίστοιχες εικόνες απ΄τον πόλεμο στη Συρία.

Μέσα σ΄αυτό το σκηνικό οργανώνεται, λοιπόν, η μεγάλη συγκέντρωση για την ειρήνη μετά από κάλεσμα πολλών συνδικάτων. Πρίν όμως από την έναρξη της και κατά την προσυγκέντρωση, δύο καμικάζι του ΙΚ ανατινάζονται σκοτώνοντας 103 άτομα και τραυματίζοντας ακόμη εκαντοντάδες. Την επίθεση αυτή διαδέχεται ένα μεγάλο κύμα παραπληροφόρησης, με τον Τύπο να φιμώνεται δημόσια και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να μπλοκάρονται. Η αστυνομία επεμβαίνει στην Άγκυρα, όπου και επιτίθεται με χημικά στον τραυματισμένο κόσμο και στους γιατρούς, μην αφήνωντας καμία αμφιβολία λοιπόν περί της συνεργασίας τουρκικού κράτους και τζιχαντιστών, ενώ την ίδια στιγμή η κυβέρνηση κατηγορεί “την τρομοκρατία των Κούρδων”.

Έπειτα από μια τέτοια προεκλογική περίοδο, το AKP παίρνει και πάλι την απόλυτη πλειοψηφία στην βουλή με ποσοστό 49 % του εκλογικού σώματος, ενω το HDP μένει με 59 βουλευτές και ποσοστό 10%. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις ενισχύονται και το μέτρο της νυκτερινής απαγόρευσης κυκλοφορίας συνεχίζεται και μετά τις εκλογές, όπως και οι επιθέσεις κατά των δικαιωμάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η στοχοποίηση για κατασκοπεία του αρχισυντάκτη της καθημερινής εφημερίδας “Cumhuriyet”, Can Dündar και του συναδέλφου του Erdem Gül, επειδή οι τελευταίοι αρθρογράφησαν για τις σχέσεις ΙΚ και τουρκικών μυστικών υπηρεσειών. Την ίδια ακριβώς εβδομάδα η ΕΕ ανακοινώνει την οικονομική (με 3 δισ.) αλλά και πολιτική της στήριξη στον Ερντογάν, προκειμένου ο τελευταίος να συγκρατήσει στο τουρκικό έδαφος τις προσφυγικές ροές. Oι διαπραγματεύσεις που είχαν για καιρό πάψει για την είσοδο της Τουρκίας στην ΕΕ, μπαίνουν ξανά σε τροχιά.

                                                        Το ψήφισμα των πανεπιστημιακών για την ειρήνη

Υπό αυτές τις συνθήκες λοιπόν, δημιουργείται το ψήφισμα των ακαδημαικών για την ειρήνη με τίτλο “ Δεν θα είμαστε συνένοχοι σ΄αυτό το έγκλημα ”, το οποίο υπέγραψαν αρχικά 1128 πανεπιστημιακοί από την Τουρκία και 355 παγκοσμίως. Το ψήφισμα, που δημοσιεύτηκε στις 11 Ιανουαρίου απαιτεί απ΄την κυβέρνηση να πάψει την απαγόρευση κυκλοφορίας καθώς προσβάλλει το δικαίωμα των πολιτών στη ζωή, στην ελευθερία και την ασφάλεια, να καταδικαστούν οι υπεύθυνοι για αδικήματα κατά των δικαιωμάτων του ανθρώπου και να επανέλθει η κατάσταση ειρήνης. Επίσης, στο ψήφισμα προτείνεται η πρόσβαση σε παγκόσμιους παρατηρητές σ’ αυτές τις περιοχές με σκοπό την παρατήρηση και την έρευνα. Ακόμη καλεί σε επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με το κουρδικό κίνημα και εκφράζεται ενάντια σε κάθε μέτρο που στοχεύει στο να φιμώσει όσους αντιτίθενται. Οι υπογράφοντες δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να επικυρώσουν σιωπώντας τη σφαγή που μαίνεται κατά των Κούρδων.

Είναι σπάνιο για ένα ψήφισμα να χαίρει τέτοιας ανταπόκρισης στην Τουρκία, εκπλήσσωντας ακόμη και τους ίδιους του υπογράφοντες. Την επομένη της δημοσίευσης του, στις 12 Ιανουαρίου μία νέα βόμβα του ΙΚ εκρήγνυται, αυτή τη φορά στο Sultanahmet, μια τουριστική γειτονιά της Κωνσταντινούπολης. την έκρηξη ακολούθησαν οι δηλώσεις του Ερντογάν που στόχευαν όχι το ακραίο Ισλάμ αλλά τους πανεπιστημιακούς για την ειρήνη, λέγοντας : « Εκείνεσς κι εκείνοι που αποκαλούνται “ακαδημαικοί” κατηγορούν το Κράτος και καλούν ακόμη και ξένους στη χώρα μας ως παρατηρητές. Πρόκειται για προδότες. Για εμάς, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των τρομοκρατών κι εκείνων που μιλούν όπως αυτοί. Δεν έχουμε κανένα μάθημα να πάρουμε απο τέτοιους αυτο-αποκαλούμενους πανεπιστημιακούς. Πρέπει να τους βάλει κανείς στη θέση τους. Καλώ την κυβέρνηση μας, όλα τα υπουργεία και τους θεσμούς. Κάθε άτομο που ζει από το δημόσιο χρήμα και που το προδίδει πρέπει να τιμωρείται αμέσως […] . Διαπράττουν το ίδιο έγκλημα με τους τρομοκράτες. Ας πάνε στα βουνά καi τα χαρακώματα να τους ανταμώσουν ». Aυτά τα λόγια του Προέδρου της Τουρκίας έγιναν πράξη με την κράτηση των πανεπιστημιακών που υπέγραψαν το ψήφισμα, κυρίως στις πόλεις της επαρχίας. Το Συμβούλιο της Ανωτάτης Εκπαίδευσης δήλωσε στις 13 Ιανουρίου ότι θα ληφθουν τα απαραίτητα μέτρα κατά των ακαδημαικών που υποστηρίζουν την τρομοκρατία. Παράλληλα, ο αριθμός των ατόμων που υπέγραψαν το ψήφισμα διπλασιάστηκε φτάνοντας τους 2000 πανεπιστημιακούς σε Τουρκία και τον υπόλοιπο κόσμο.

                                             Ποινικοποιώντας τους πανεπιστημιακούς. Ανακρίσεις και συλλήψεις

Ως τις 12 Απρίλη 2016 τα μέτρα που ελήφθησαν είναι τα εξής : 30 άτομα τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, 531 διοικητικές έρευνες, 6 παραιτήσεις πανεπιστημιακών, 33 απολύσεις, 156 δικαστικές έρευνες, 33 αυτόφωρα και έρευνες σε σπίτια, 4 συλλήψεις. Ο εισαγγελέας της Κωνσταντινούπολης – ο ίδιος που διεξήγαγε τις έρευνες και οδήγησε στην φυλακή τον δημοσιογράφο Can Dündar – κρατάει ακόμη ανοιχτή τη δικογραφία, με το μέλλον ορισμενων καθηγητών-ερευνητών να βρίσκεται μετέωρο καλώντας τους έναν έναν να προσέλθουν για ακρόαση σε αστυνομικά τμήματα.

Απ’ όλα τα παραπάνω, η σύλληψη τριών ακαδημαικών στις 15 Μάρτη φαίνεται να έιναι η πιο ανησυχητική, καθώς ανοίγει την πόρτα και για περαιτέρω συλλήψεις. Σύμφωνα με τον συνήγορο υπεράσπισης, οι διώξεις αυτές είναι αποτέλεσμα καθαρά πολιτικής αποφάσης, δίχως οποιαδήποτε νομική βάση. Δεν είναι η πρώτη φορά που η δικαιοσύνη στην Τουρκία δρά ως εντολοδόχος της εκτελεστικής εξουσίας – κι αυτή ακόμη υπό πιέσεις που δέχεται εδω και χρόνια. Έτσι λοιπόν οι τρείς υπογράφοντες για την ειρήνη, διώκονται για τρομοκρατία, με βάση τις δηλώσεις μιας αξιωματούχου του PKK το 2015, η οποία καλούσε τότε τους διανοούμενους να πάρουν θέση υπέρ του αυτονομιστικού κινήματος των Κούρδων. Ωστόσο, όπως υποδεικνύει και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάστων, η κατηγορία περί τρομοκρατίας είναι τουλάχιστον παράλογη καθώς επρόκειτο για ένα κάλεσμα για ειρήνη. Ακόμη, ένας άγγλος πανεπιστημιακός 25 ετών, εργαζόμενος στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, απελάθηκε από την χώρα με την κατηγορία επίσης της προπαγάνδας της τρομοκρατίας και η απόδειξη : είχε ένα φυλλάδιο του νόμιμου κόμματος HDP, στην τσάντα του. Οι πρακτικές αυτές της αστυνομίας, προκάλεσαν μεγάλη αντίδραση σε φοιτητές και ακαδημαικούς στους χώρους των πανεπιστημίων όπου οι διωκόμενοι εργάζονταν, έστω κι αν η διοίκηση του ιδιωτικού πανεπιστημίου Bilgi προτιμάει να μην δηλώσει τίποτα σχετικά με την υπόθεση.

Οι διώξεις και οι απελάσεις αυτές ακολούθησαν τις δηλώσεις του Ερντογάν σχετικά με την “επέκταση” του ορισμού των τρομοκρατικών πράξεων, έτσι ώστε να περιλαμβάνει κάθε άτομο που δύναται να “προκαλέσει τον τρόμο”. Η βομβιστική επίθεση με 30 νεκρούς σε πολυσύχναστο κέντρο της Αγκυρας, στις 13 Μαρτίου, από Κούρδους καμικάζι, ως αντίποινο  της σφαγής στο Cizre, δεν πέτυχε παρά να σπρώξει ακόμη περισσότερο το χέρι του Ερντογάν και να ενισχύσει τη θέληση του να ποινικοποιήσει κάθε μορφή αντίστασης. Ο αυθαίρετος επαναπροσδιορισμός της τρομοκρατίας, η δήλωση του ότι δεν θα σεβαστεί τις αποφάσεις του Συνταγματικού Συμβουλίου που αθωώνουν τους δημοσιογράφους Dündar και Güλ, το γεγονός της σύλληψης των πανεπιστημιακών για ένα ψήφισμα ειρήνης, η κήρυξη του πολέμου κατά των Κούρδων καθώς δεν ψηφίζουν το AKP, αποτελούν σημάδια τα οποία θα έπρεπε να κάνουν τους Ευρωπαίους αξιωματούχους να υπενθυμίσουν στον Τούρκο Πρόεδρο ότι η δημοκρατία δεν αποτελεί την μόνιμη έγκριση βάσει της οποίας μπορεί να διώκεται κάθε είδους αντιπολίτευση. Τελικά, δεν ήταν τίποτα απ΄αυτά.

                                                                                   Η Ευρώπη στο μεγάλο παζάρι

Το ενδεχόμενο η ΕΕ να στηρίξει οικονομικά και πολιτικά την τουρκική κυβέρνηση που παραβιάζει  όχι μόνο τις ίδιες τις αρχές του Κράτους Δικαίου, αλλά ακόμη και τις πιο στοιχειώδεις ελευθερίες θα φαινόταν αδιανόητο πριν 10 χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, στην Τουρκία η Ευρώπη γινόταν αντιληπτή ως ένας παράγοντας δημοκρατικής σταθερότητας και η είσοδος της Τουρκίας στην ΕΕ, θεωρούνταν συχνά μία ευκαιρία δημοκρατικοποίησης του συνόλου των θεσμών της, κυρίως του στρατού. Όμως, οι Ευρωπαίοι αρχηγοί δεν βλέπουν κανένα πρόβλημα στο να δώσουν σήμερα 3 δις ευρώ στον Ερντογάν που τους υπόσχεται να συγκρατήσει τους μετανάστες που φεύγουν απ’ τον πόλεμο και να “υποδεχτεί” εκείνους που επαναπροωθούνται από την Ευρώπη (δείτε την κριτική του Can dündar γύρω από την ΕΕ, μόλις μετά την αποφυλάκιση του). Η Ευρώπη προσδοκά να μετατρέψει την Τουρκία σε αποθήκη μεταναστών κλείνοντας τα μάτια στην καταστολή της δημοκρατίας εκεί, βεβαιώνει ο Gülçin Lelendais. Τι θα κάνει μονάχα όταν χιλιάδες Τούρκοι που έχουν φυλακιστεί ή διωχθεί από το ελευθεροκτόνο καθεστώς του Ερντογάν της χτυπίσουν την πόρτα; Οι τεχνοκράτες των Βρυξελλών θα βρουν μια άλλη χώρα – την Ελλάδα, ποιά ακόμη; – προκειμένου να υποδεχτεί τους Τούρκους με αντάλλαγμα κάποια δισεκατομμύρια ευρώ; Ποτέ άλλοτε η Ευρώπη δεν είχε πέσει τόσο χαμηλά από ένα τέτοιο τεράστιο εμπόριο με έναν δικτάτορα που δεν σέβεται καμία δημοκρατική αρχή. Αυτό το εμπόριο – το με τόσο αντίθετα αποτελέσματα που αυτοδιαλύεται – θα έπρεπε να σταματήσει υπό την πίεση των λαών της Ευρώπης. Δεν είναι ο Ερντογάν αυτός που πρέπει να στηρίξουμε αλλά εκείνες οι γυναίκες και άντρες που υποδέχονται τους πρόσφυγες στη Γερμανία, αλλά και την Ελλάδα, έχοντας συνείδηση της ευθύνης τους μπροστά σε μια κατάσταση που απειλεί την δημοκρατία όπως την ξέρουμε.

                             Από το Παρίσι στην Κωνσταντινούπολη, η απόσταση δεν είναι και τόσο μεγάλη

Εάν εξαιτίας της μεταναστευτικής της πολιτικής η Ευρώπη αποτυγχάνει να υπερασπιστεί τους “πανεπιστημιακούς για την ειρήνη”, θα πληρώσει ακριβά το τίμημα. Ποιός θα θελήσει να πάρει την ευθύνη για το κυνήγι ενάντια σε διανοούμενους, θυμίζοντας τις χειρότερες στιγμές του Μακαρθισμού, με τη συναυτουργία της Ευρώπης. Πώς περνάμε από την χαρά – την σχεδόν ωραιοποιημένη βέβαια – για την αντίσταση των κούρδων ενάντια στο ΙΚ, στην πλήρη αποδοχή της σφαγής των πολιτών στα χωριά των κούρδων από τις τουρκικές ειδικές δυνάμεις ; Φυσικά, σε μία συγκοιρία όπου μιλάμε συχνά για το τέλος της ΕΕ, δεν έχουμε αυταπάτες για το αν αυτός ο θεσμός, του οποίου ο νεο-φιλελεύθερος χαρακτήρας είναι ολοένα και πιο φανερός, μπορεί να λειτουργήσει δημοκρατικά. Δεν αρκεί λοιπόν, να αξιώσουμε της αφύπνιση αυτής της βαριάς μηχανής, αλλά να δημιουργήσουμε δίκτυα αλληλεγγύης μεταξύ απλών πολιτών, συλλογικοτήτων  και θεσμών, να δημιουργήσουμε νέες συμμαχίες ικανές να σπάσουν την πολιτική ασφαλείας των κυβερνήσεων. Μία σειρά από δηλώσεις αλληλεγγύης (όπως και οι 300 γάλλοι πανεπιστημιακοί που υπέγραψαν τη δήλωση αλληλεγγύης τής ομάδας διεθνούς εργασίας για την ελευθερία της έκφρασης και την έρευνα στην Τουρκία), καμπάνιες υποστήριξης προκειμένου να παρθούν υποτροφίες για Τούρκους πανεπιστημιακούς που απομακρύνθηκαν απ΄τις θέσεις τους αλλά και ενημερωτικά για την υπόθεση άρθρα έχουν ξεκινήσει από την πλευρά ευρωπαίων πανεπιστημιακών. Εάν λοιπόν στο καθεξής η λέγη “τρόμος”  είναι η μαγική λέξη που επιτρέπει στις κυβερνήσεις να απορρίπτουν την πολιτική αντικαθιστώντας την με αστυνομικά μέτρα – είτε πρόκειται για την δικαιολόγηση της παρατεταμένη κατάστασης έκτακτης ανάγκης στην Γαλλία  -, εάν είναι αλήθεια ότι η “μετανάστευση” έχει γίνει η λέξη-κλειδί για τους Ευρωπαίους τεχνοκράτες για να εμπορεύονται τη ζωή εκατομμυρίων προσφύγων πολέμου, διαπιστώνει αμέσως κανείς  ότι αυτές οι νέες πολιτικές σημασίες ξεφεύγουν κατά πολύ των εθνικών συνόρων. Από το Παρίσι μέχρι την Κωνσταντινούπολη, η απόσταση δεν είναι και τόσο μεγάλη όσο νομίζουμε και είναι στο δικό μας χέρι να την μικρύνουμε με διαφορετικό τρόπο, σε επίπεδο χειροπιαστών αγώνων κι εμπειριών, τόσο κατακερματισμένων όσο και αποφασιστικών, που αφορουν την δημοκρατία. Απ΄ αυτό εξαρτάται όχι μόνο το μέλλον της Τουρκίας και της Μέσης Ανατολής, αλλά και της Ευρώπης.

Leave a Reply